Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀγκυλόδους
ἀγκυλοειδής
ἀγκυλοκοπέω
ἀγκυλόκυκλος
ἀγκυλόκωλος
ἀγκυλομαχία
ἀγκυλομήτης
ἀγκυλόπους
ἀγκύλος
ἀγκυλότοξος
ἀγκυλοχείλης
ἀγκυλοχήλης
ἀγκυλόω
ἀγκύλωμα
ἀγκύλωσις
ἀγκυλωτός
ἄγκυρα
ἀγκυρίζω
ἀγκύριον
ἀγκύρισμα
ἀγκυρίτης
View word page
ἀγκυλοχείλης
with hooked beak

ShortDef

with hooked beak

Debugging

Headword:
ἀγκυλοχείλης
Headword (normalized):
ἀγκυλοχείλης
Headword (normalized/stripped):
αγκυλοχειλης
IDX:
515
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-516
Key:

Data

{'content': 'with hooked beak'}