Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κωλῆ
κωλήν
κώληψ
Κωλιάς
κωλίζω
κωλικεύομαι
κωλικός
κωλοβαθριστής
κωλόβαθρον
κωλοειδής
κωλομετρία
κῶλον
κωλοπλάστης
κωλοτομέω
κώλυμα
κωλυμάτιον
κωλύμη
κωλυπηγορέω
κωλυσανέμας
κωλυσίδειπνος
κωλυσιδρόμης
View word page
κωλομετρία
measurement of metrical phrases
ShortDef
measurement of metrical phrases
Debugging
Headword:
κωλομετρία
Headword (normalized):
κωλομετρία
Headword (normalized/stripped):
κωλομετρια
IDX:
51580
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51581
Key:
Data
{'content': 'measurement of metrical phrases'}