Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κωδωνοφορέω
Κώης
κώθων
κωθωνία
κωθωνίζω
κωθωνισμός
κωθωνιστήριον
κωθωνιστής
κωθωνοειδής
κωθωνοπλύτης
κωθωνοποιός
κωθωνόχειλος
κώκυμα
κωκυτίς
κωκυτός
Κωκυτός
κωκύω
κωλακρετέω
κωλακρέτης
κωλάριον
κωλέα
View word page
κωθωνοποιός
maker

ShortDef

maker

Debugging

Headword:
κωθωνοποιός
Headword (normalized):
κωθωνοποιός
Headword (normalized/stripped):
κωθωνοποιος
IDX:
51559
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51560
Key:

Data

{'content': 'maker'}