Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κωδωνοφαλαρόπωλος
κωδωνοφορέω
Κώης
κώθων
κωθωνία
κωθωνίζω
κωθωνισμός
κωθωνιστήριον
κωθωνιστής
κωθωνοειδής
κωθωνοπλύτης
κωθωνοποιός
κωθωνόχειλος
κώκυμα
κωκυτίς
κωκυτός
Κωκυτός
κωκύω
κωλακρετέω
κωλακρέτης
κωλάριον
View word page
κωθωνοπλύτης
one who cleans the fish

ShortDef

one who cleans the fish

Debugging

Headword:
κωθωνοπλύτης
Headword (normalized):
κωθωνοπλύτης
Headword (normalized/stripped):
κωθωνοπλυτης
IDX:
51558
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51559
Key:

Data

{'content': 'one who cleans the fish'}