Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κυψελίς
κυψελόβυστος
Κύψελος
κύω
κύων
Κῳακός
κῶας
κωβάθια
κώβαλοι
κωβήλη
κωβιός
κωβῖτις
κωβιώδης
κῳδάριον
κωδᾶς
κώδεια
κωδικίλλος
κῴδιον
κῳδιοφόρος
κωδύα
κώδυια
View word page
κωβιός
gudgeon
ShortDef
gudgeon
Debugging
Headword:
κωβιός
Headword (normalized):
κωβιός
Headword (normalized/stripped):
κωβιος
IDX:
51532
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51533
Key:
Data
{'content': 'gudgeon'}