Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κυψέλιον
κυψελίς
κυψελόβυστος
Κύψελος
κύω
κύων
Κῳακός
κῶας
κωβάθια
κώβαλοι
κωβήλη
κωβιός
κωβῖτις
κωβιώδης
κῳδάριον
κωδᾶς
κώδεια
κωδικίλλος
κῴδιον
κῳδιοφόρος
κωδύα
View word page
κωβήλη
needle

ShortDef

needle

Debugging

Headword:
κωβήλη
Headword (normalized):
κωβήλη
Headword (normalized/stripped):
κωβηλη
IDX:
51531
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51532
Key:

Data

{'content': 'needle'}