Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κύφωσις
κύχραμος
Κυχρεῖος
κυψέλη
Κυψελίδαι
κυψέλιον
κυψελίς
κυψελόβυστος
Κύψελος
κύω
κύων
Κῳακός
κῶας
κωβάθια
κώβαλοι
κωβήλη
κωβιός
κωβῖτις
κωβιώδης
κῳδάριον
κωδᾶς
View word page
κύων
a dog (pr. n., a Cynic)

ShortDef

a dog (pr. n., a Cynic)

Debugging

Headword:
κύων
Headword (normalized):
κύων
Headword (normalized/stripped):
κυων
IDX:
51526
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51527
Key:

Data

{'content': 'a dog (pr. n., a Cynic)'}