Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κύρημα
Κυρηναϊκός
Κυρηναῖος
Κυρήνη
κυρία
κυριακός
κυριεία
κυριευτικός
κυριεύω
κύριθον
Κυρικτική
κυρίλλιον
Κυρινάλιος
Κυρίνιος
κύριξις
κυριοκτόνος
κυριολεκτέω
κυριολεξία
κυριολογία
κύριος
κύριος2
View word page
Κυρικτική
Curicta
ShortDef
Curicta
Debugging
Headword:
Κυρικτική
Headword (normalized):
κυρικτική
Headword (normalized/stripped):
κυρικτικη
IDX:
51429
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51430
Key:
Data
{'content': 'Curicta'}