Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κύπηρις
κυπόω
Κυπρίδιος
κυπρίζω
κυπρῖνος
κύπρινος
κύπρινος2
κύπριος
Κύπριος
Κύπρις
κυπρισμός
Κυπρογενής
Κυπρόθεν
Κύπρονδε
Κύπρος
κύπρος
κυπτάζω
κυπτός
κύπτω
κυρβασία
κύρβεις
View word page
κυπρισμός
bloom

ShortDef

bloom

Debugging

Headword:
κυπρισμός
Headword (normalized):
κυπρισμός
Headword (normalized/stripped):
κυπρισμος
IDX:
51401
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51402
Key:

Data

{'content': 'bloom'}