Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κυνοφαγέω
κυνοφάλιον
κυνοφθαλμίζομαι
κυνοφόντις
κυνόφρων
κύντερος
κυνυλαγμός
κυνώ
κυνώδης
κυνώπης
κυνωτός
κύνωψ
κυόεις
κυοτοκία
κυοτροφία
κυοφορέω
κυοφόρησις
κυοφόρος
Κυπαρισσήεις
Κυπαρισσία
κυπαρισσίας
View word page
κυνωτός
dog's ear

ShortDef

dog's ear

Debugging

Headword:
κυνωτός
Headword (normalized):
κυνωτός
Headword (normalized/stripped):
κυνωτος
IDX:
51363
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51364
Key:

Data

{'content': "dog's ear"}