Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Κυνόσαργες
κυνόσβατος
κυνόσουρα
κυνοσουρίς
κυνόσουρος
κυνοσπάρακτος
κυνοσσόος
κυνόστομον
κυνοσφαγής
κυνοτρόφος
κυνουλκός
κύνουρα
Κυνουρία
κυνοῦχος
κυνοφαγέω
κυνοφάλιον
κυνοφθαλμίζομαι
κυνοφόντις
κυνόφρων
κύντερος
κυνυλαγμός
View word page
κυνουλκός
dog-leader
ShortDef
dog-leader
Debugging
Headword:
κυνουλκός
Headword (normalized):
κυνουλκός
Headword (normalized/stripped):
κυνουλκος
IDX:
51349
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51350
Key:
Data
{'content': 'dog-leader'}