Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κυνόδεσμος
κυνοδηκτικός
κυνόδηκτος
κυνόδους
κυνοδρομέω
κυνοδρομία
κυνοειδής
κυνοθαρσής
κυνοκαύματα
κυνοκεφαλιστί
κυνοκέφαλος
κυνοκλόπος
κυνοκοπέω
κυνοκόριον
κυνόκορον
κυνοκτόνος
κυνολογέω
κυνόλοφα
κυνολύγματε
κυνόλυσσος
κυνομαντεία
View word page
κυνοκέφαλος
dog-headed

ShortDef

dog-headed

Debugging

Headword:
κυνοκέφαλος
Headword (normalized):
κυνοκέφαλος
Headword (normalized/stripped):
κυνοκεφαλος
IDX:
51319
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51320
Key:

Data

{'content': 'dog-headed'}