Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κυνοβορά
κυνοβοσκός
κυνόβρωτος
κυνογαμία
κυνόγλωσσος
κυνοδέσμη
κυνόδεσμος
κυνοδηκτικός
κυνόδηκτος
κυνόδους
κυνοδρομέω
κυνοδρομία
κυνοειδής
κυνοθαρσής
κυνοκαύματα
κυνοκεφαλιστί
κυνοκέφαλος
κυνοκλόπος
κυνοκοπέω
κυνοκόριον
κυνόκορον
View word page
κυνοδρομέω
to run with dogs

ShortDef

to run with dogs

Debugging

Headword:
κυνοδρομέω
Headword (normalized):
κυνοδρομέω
Headword (normalized/stripped):
κυνοδρομεω
IDX:
51313
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51314
Key:

Data

{'content': 'to run with dogs'}