Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κύνικλος
κυνικός
κυνίσκη
κυνίσκος
κυνισμός
κυνιστέον
κυνιστί
Κύννα
κυνοβάτης
κυνοβλώψ
κυνοβορά
κυνοβοσκός
κυνόβρωτος
κυνογαμία
κυνόγλωσσος
κυνοδέσμη
κυνόδεσμος
κυνοδηκτικός
κυνόδηκτος
κυνόδους
κυνοδρομέω
View word page
κυνοβορά
dog's food

ShortDef

dog's food

Debugging

Headword:
κυνοβορά
Headword (normalized):
κυνοβορά
Headword (normalized/stripped):
κυνοβορα
IDX:
51303
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51304
Key:

Data

{'content': "dog's food"}