Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κυνακτής
κυναλώπηξ
Κυναμολγοί
κυνάμυια
κυνάνθρωπος
κυνάριον
κυνάς
κύναστρος
κυνάω
κυνδαλισμός
κύνδαλος
κυνεάγας
κυνέη
κύνειος
κύνειρα
κύνεος
κυνέω
κυνηγεσία
κυνηγέσιον
κυνηγετέω
κυνηγέτης
View word page
κύνδαλος
wooden peg
ShortDef
wooden peg
Debugging
Headword:
κύνδαλος
Headword (normalized):
κύνδαλος
Headword (normalized/stripped):
κυνδαλος
IDX:
51267
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51268
Key:
Data
{'content': 'wooden peg'}