Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κυμοτόκος
κυμοτόμος
Κυμώ
κυναγέτας
κυνάγκη
κυναγός
κυνάγχη
κυνάγχης
κυναγχικός
κυναγωγός
κυνάκανθα
κυνακίας
κυνακτής
κυναλώπηξ
Κυναμολγοί
κυνάμυια
κυνάνθρωπος
κυνάριον
κυνάς
κύναστρος
κυνάω
View word page
κυνάκανθα
dog-thorn

ShortDef

dog-thorn

Debugging

Headword:
κυνάκανθα
Headword (normalized):
κυνάκανθα
Headword (normalized/stripped):
κυνακανθα
IDX:
51255
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51256
Key:

Data

{'content': 'dog-thorn'}