Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Κυμοδόκη
κυμοδόκη
κυμοθαλής
Κυμοθόη
κυμοθόη
κυμόκτυπος
Κυμοπόλεια
κυμορρώξ
κυμοτόκος
κυμοτόμος
Κυμώ
κυναγέτας
κυνάγκη
κυναγός
κυνάγχη
κυνάγχης
κυναγχικός
κυναγωγός
κυνάκανθα
κυνακίας
κυνακτής
View word page
Κυμώ
wavy

ShortDef

wavy

Debugging

Headword:
Κυμώ
Headword (normalized):
κυμώ
Headword (normalized/stripped):
κυμω
IDX:
51247
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51248
Key:

Data

{'content': 'wavy'}