Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κυμβητιάω
κυμβίον
κύμβος
Κύμη
κύμηχα
κύμινδις
κυμινεύω
κυμίνινος
κυμινοδόκον
κυμινοκίμβιξ
κύμινον
κυμινοπρίστης
κυμινοπριστοκαρδαμογλύφος
κυμινοπώλης
κυμινότριβος
κυμινώδης
κυμοδέγμων
Κυμοδόκη
κυμοδόκη
κυμοθαλής
Κυμοθόη
View word page
κύμινον
cummin
ShortDef
cummin
Debugging
Headword:
κύμινον
Headword (normalized):
κύμινον
Headword (normalized/stripped):
κυμινον
IDX:
51230
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51231
Key:
Data
{'content': 'cummin'}