Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κυματοπλήξ
κυματοφθόρος
κυματόω
κυματωγή
κυματώδης
κυμάτωσις
κυμβαλίζω
κυμβαλισμός
κυμβαλιστής
κυμβαλίστρια
κύμβαλον
κύμβαχος
κύμβη
κύμβη2
κυμβητιάω
κυμβίον
κύμβος
Κύμη
κύμηχα
κύμινδις
κυμινεύω
View word page
κύμβαλον
a cymbal
ShortDef
a cymbal
Debugging
Headword:
κύμβαλον
Headword (normalized):
κύμβαλον
Headword (normalized/stripped):
κυμβαλον
IDX:
51216
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51217
Key:
Data
{'content': 'a cymbal'}