Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀμφίκοπος
ἀμφίκορος
ἀμφίκουρος
ἀμφίκρανος
ἀμφικρατέω
ἀμφικρέμαμαι
ἀμφικρεμής
ἀμφίκρημνος
ἀμφίκροτος
ἀμφικρύπτω
ἀμφικτίονες
Ἀμφικτύονες
Ἀμφικτυονία
Ἀμφικτυονικός
Ἀμφικτυονίς
Ἀμφικτύων
ἀμφικυκάω
ἀμφικυκλόομαι
ἀμφικυλίνδω
ἀμφικυνέω
ἀμφικύπελλον
View word page
ἀμφικτίονες
they that dwell round, next neighbours
ShortDef
they that dwell round, next neighbours
Debugging
Headword:
ἀμφικτίονες
Headword (normalized):
ἀμφικτίονες
Headword (normalized/stripped):
αμφικτιονες
IDX:
5120
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-5121
Key:
Data
{'content': 'they that dwell round, next neighbours'}