Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κυλοιδιάω
Κύλων
Κύμα
κῦμα
κυμαίνω
Κυμαῖος
κύμανσις
κυμάς
κυματηδόν
κυματίας
κυματίζομαι
κυμάτιον
κυματοαγής
κυματοβόλος
κυματοδρόμος
κυματοειδής
Κυματολήγη
κυματολήγη
κυματοπλήξ
κυματοφθόρος
κυματόω
View word page
κυματίζομαι
to be agitated by the waves
ShortDef
to be agitated by the waves
Debugging
Headword:
κυματίζομαι
Headword (normalized):
κυματίζομαι
Headword (normalized/stripped):
κυματιζομαι
IDX:
51198
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51199
Key:
Data
{'content': 'to be agitated by the waves'}