Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κυλίχνιον
κυλίω
κυλλαίνω
κύλλαρος
κυλλᾶστις
Κυλλήνη
Κυλλήνιος
κυλλοποδίων
κυλλόπους
κυλλός
κυλλόω
κύλλωμα
κυλοιδιάω
Κύλων
Κύμα
κῦμα
κυμαίνω
Κυμαῖος
κύμανσις
κυμάς
κυματηδόν
View word page
κυλλόω
crook, flex

ShortDef

crook, flex

Debugging

Headword:
κυλλόω
Headword (normalized):
κυλλόω
Headword (normalized/stripped):
κυλλοω
IDX:
51186
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51187
Key:

Data

{'content': 'crook, flex'}