Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κυκλεύω
κυκλέω
κυκληδόν
κύκλησις
κυκλιαῖος
κυκλιακός
κυκλιάς
κυκλίζω
κυκλικός
κυκλιοδιδάσκαλος
κύκλιος
κυκλίσκος
κυκλισμός
κυκλίστρια
Κυκλοβορέω
Κυκλοβόρος
κυκλογραφέω
κυκλογραφία
κυκλογράφος
κυκλοδίωκτος
κυκλοειδής
View word page
κύκλιος
round, circular

ShortDef

round, circular

Debugging

Headword:
κύκλιος
Headword (normalized):
κύκλιος
Headword (normalized/stripped):
κυκλιος
IDX:
51101
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51102
Key:

Data

{'content': 'round, circular'}