Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κύκηθρον
κύκησις
κυκησίτεφρος
κυκησμός
κυκητής
Κυκλάδες
κυκλάζω
κυκλαίνω
κυκλάμινος
κυκλάς
κυκλατός
κύκλευμα
κυκλευτής
κυκλεύω
κυκλέω
κυκληδόν
κύκλησις
κυκλιαῖος
κυκλιακός
κυκλιάς
κυκλίζω
View word page
κυκλατός
shod

ShortDef

shod

Debugging

Headword:
κυκλατός
Headword (normalized):
κυκλατός
Headword (normalized/stripped):
κυκλατος
IDX:
51088
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51089
Key:

Data

{'content': 'shod'}