Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Κυθηρόθεν
κύθιον
κυθνόν
Κυθνώλης
κυθώδης
κυθώνυμος
Κυϊντίλιος
κυΐσκομαι
κυκάω
κυκεών
κυκηθμός
κύκηθρον
κύκησις
κυκησίτεφρος
κυκησμός
κυκητής
Κυκλάδες
κυκλάζω
κυκλαίνω
κυκλάμινος
κυκλάς
View word page
κυκηθμός
confusion, disturbance

ShortDef

confusion, disturbance

Debugging

Headword:
κυκηθμός
Headword (normalized):
κυκηθμός
Headword (normalized/stripped):
κυκηθμος
IDX:
51077
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51078
Key:

Data

{'content': 'confusion, disturbance'}