Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Κυδώνιος
κυδώνιος
κυδωνίτης
κυδωνόμελι
κυέω
Κυζικηνός
Κύζικος
κύημα
κυηρός
κύησις
κυητήριος
Κυθέρεια
Κυθερηΐς
κυθηγενής
Κύθηρα
Κυθήριος
Κυθηροδίκης
Κυθηρόθεν
κύθιον
κυθνόν
Κυθνώλης
View word page
κυητήριος
aiding conception

ShortDef

aiding conception

Debugging

Headword:
κυητήριος
Headword (normalized):
κυητήριος
Headword (normalized/stripped):
κυητηριος
IDX:
51060
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-51061
Key:

Data

{'content': 'aiding conception'}