Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κτῆνος
κτηνοστάσιον
κτηνοτροφεῖον
κτηνοτροφέω
κτηνοτροφία
κτηνοτρόφος
κτηνώδης
κτησείδιον
Κτησίας
κτησίβιος
κτήσιος
Κτήσιππος
κτήσιππος
κτῆσις
Κτησιφῶν
κτητέος
κτητικός
κτητορικός
κτητός
κτήτωρ
κτίδεος
View word page
κτήσιος
belonging to property

ShortDef

belonging to property

Debugging

Headword:
κτήσιος
Headword (normalized):
κτήσιος
Headword (normalized/stripped):
κτησιος
IDX:
50892
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50893
Key:

Data

{'content': 'belonging to property'}