Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κτηνίατρος
κτηνίτης
κτηνοβάτης
κτῆνος
κτηνοστάσιον
κτηνοτροφεῖον
κτηνοτροφέω
κτηνοτροφία
κτηνοτρόφος
κτηνώδης
κτησείδιον
Κτησίας
κτησίβιος
κτήσιος
Κτήσιππος
κτήσιππος
κτῆσις
Κτησιφῶν
κτητέος
κτητικός
κτητορικός
View word page
κτησείδιον
small possession

ShortDef

small possession

Debugging

Headword:
κτησείδιον
Headword (normalized):
κτησείδιον
Headword (normalized/stripped):
κτησειδιον
IDX:
50889
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50890
Key:

Data

{'content': 'small possession'}