Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κτηματώνης
κτηματωνία
κτηναγωγία
κτηναφαίρεσις
κτηνηδόν
κτηνίατρος
κτηνίτης
κτηνοβάτης
κτῆνος
κτηνοστάσιον
κτηνοτροφεῖον
κτηνοτροφέω
κτηνοτροφία
κτηνοτρόφος
κτηνώδης
κτησείδιον
Κτησίας
κτησίβιος
κτήσιος
Κτήσιππος
κτήσιππος
View word page
κτηνοτροφεῖον
cattle-stall
ShortDef
cattle-stall
Debugging
Headword:
κτηνοτροφεῖον
Headword (normalized):
κτηνοτροφεῖον
Headword (normalized/stripped):
κτηνοτροφειον
IDX:
50884
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50885
Key:
Data
{'content': 'cattle-stall'}