Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κτηματωνέω
κτηματώνης
κτηματωνία
κτηναγωγία
κτηναφαίρεσις
κτηνηδόν
κτηνίατρος
κτηνίτης
κτηνοβάτης
κτῆνος
κτηνοστάσιον
κτηνοτροφεῖον
κτηνοτροφέω
κτηνοτροφία
κτηνοτρόφος
κτηνώδης
κτησείδιον
Κτησίας
κτησίβιος
κτήσιος
Κτήσιππος
View word page
κτηνοστάσιον
jumentarium
ShortDef
jumentarium
Debugging
Headword:
κτηνοστάσιον
Headword (normalized):
κτηνοστάσιον
Headword (normalized/stripped):
κτηνοστασιον
IDX:
50883
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50884
Key:
Data
{'content': 'jumentarium'}