Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κτηματίδιον
κτηματικός
κτηματοφύλαξ
κτηματωνέω
κτηματώνης
κτηματωνία
κτηναγωγία
κτηναφαίρεσις
κτηνηδόν
κτηνίατρος
κτηνίτης
κτηνοβάτης
κτῆνος
κτηνοστάσιον
κτηνοτροφεῖον
κτηνοτροφέω
κτηνοτροφία
κτηνοτρόφος
κτηνώδης
κτησείδιον
Κτησίας
View word page
κτηνίτης
belonging to beasts

ShortDef

belonging to beasts

Debugging

Headword:
κτηνίτης
Headword (normalized):
κτηνίτης
Headword (normalized/stripped):
κτηνιτης
IDX:
50880
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50881
Key:

Data

{'content': 'belonging to beasts'}