Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κρύπτω
κρυσταίνομαι
κρυσταλλίζω
κρυστάλλινος
κρυστάλλιον
κρυσταλλοειδής
κρυσταλλόομαι
κρυσταλλόπηκτος
κρύσταλλος
κρυσταλλοφανής
κρυσταλλώδης
κρύφα
κρυφαῖος
κρύφασος
κρυφῇ
κρυφία
κρυφιαστής
κρυφιμαίως
κρύφιος
κρυφιότης
κρυφιώδης
View word page
κρυσταλλώδης
icy, glacial
ShortDef
icy, glacial
Debugging
Headword:
κρυσταλλώδης
Headword (normalized):
κρυσταλλώδης
Headword (normalized/stripped):
κρυσταλλωδης
IDX:
50807
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50808
Key:
Data
{'content': 'icy, glacial'}