Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κρυπτίνδα
κρύπτορχος
κρυπτός
κρύπτω
κρυσταίνομαι
κρυσταλλίζω
κρυστάλλινος
κρυστάλλιον
κρυσταλλοειδής
κρυσταλλόομαι
κρυσταλλόπηκτος
κρύσταλλος
κρυσταλλοφανής
κρυσταλλώδης
κρύφα
κρυφαῖος
κρύφασος
κρυφῇ
κρυφία
κρυφιαστής
κρυφιμαίως
View word page
κρυσταλλόπηκτος
congealed to ice, frozen

ShortDef

congealed to ice, frozen

Debugging

Headword:
κρυσταλλόπηκτος
Headword (normalized):
κρυσταλλόπηκτος
Headword (normalized/stripped):
κρυσταλλοπηκτος
IDX:
50804
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50805
Key:

Data

{'content': 'congealed to ice, frozen'}