Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κρύβδην
κρύβηλος
κρυερός
κρυμαίνω
κρυμαλέος
κρυμοπαγής
κρυμός
κρυμοχαρής
κρυμώδης
κρυμώσσω
κρυόεις
κρυόομαι
κρύος
κρυπτάδιος
κρυπτεία
κρυπτέον
κρυπτεύω
κρυπτή
κρυπτήριος
κρύπτης
κρυπτικός
View word page
κρυόεις
chilling
ShortDef
chilling
Debugging
Headword:
κρυόεις
Headword (normalized):
κρυόεις
Headword (normalized/stripped):
κρυοεις
IDX:
50783
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50784
Key:
Data
{'content': 'chilling'}