Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κρόνος
Κρονότεκνος
κροντᾷ
κρόσσαι
κροσσοί
κροσσωτός
κροτάλια
κροταλίζω
κροταλισμός
κροταλίστρια
κρόταλον
κροταφίζω
κροτάφιος
κροταφίς
κροταφιστής
κροταφίτης
κρόταφος
κροτέω
κρότημα
κροτησίγομφος
κρότησις
View word page
κρόταλον
a rattle, castanet

ShortDef

a rattle, castanet

Debugging

Headword:
κρόταλον
Headword (normalized):
κρόταλον
Headword (normalized/stripped):
κροταλον
IDX:
50720
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50721
Key:

Data

{'content': 'a rattle, castanet'}