Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Κρόνος
κρόνος
Κρονότεκνος
κροντᾷ
κρόσσαι
κροσσοί
κροσσωτός
κροτάλια
κροταλίζω
κροταλισμός
κροταλίστρια
κρόταλον
κροταφίζω
κροτάφιος
κροταφίς
κροταφιστής
κροταφίτης
κρόταφος
κροτέω
κρότημα
κροτησίγομφος
View word page
κροταλίστρια
female castanet-player

ShortDef

female castanet-player

Debugging

Headword:
κροταλίστρια
Headword (normalized):
κροταλίστρια
Headword (normalized/stripped):
κροταλιστρια
IDX:
50719
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50720
Key:

Data

{'content': 'female castanet-player'}