Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κρομμυπώλιον
κρομμύφακον
Κρομμυών
Κρομμυώνιος
Κρόμος
Κρονεῖον
Κρονίδας
Κρονίδης
Κρονικός
Κρόνιος
Κρόνιππος
Κρονίων
Κρονοθήκη
Κρονόληρος
Κρόνος
κρόνος
Κρονότεκνος
κροντᾷ
κρόσσαι
κροσσοί
κροσσωτός
View word page
Κρόνιππος
an old dotard

ShortDef

an old dotard

Debugging

Headword:
Κρόνιππος
Headword (normalized):
κρόνιππος
Headword (normalized/stripped):
κρονιππος
IDX:
50705
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50706
Key:

Data

{'content': 'an old dotard'}