Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Κρῖος
κριόστασις
κριοτάφος
κριοφάγος
κριοφόρος
κριόω
Κρῖσα
Κρισαῖος
κρίσιμος
κρισιολογία
κρίσις
κρίσσιον
κρισσοκάβων
κρισσός
Κρίταλλα
κριτέος
κριτήρ
κριτήριον
κριτής
Κριτιάζω
Κριτίας
View word page
κρίσις
a separating, power of distinguishing
ShortDef
a separating, power of distinguishing
Debugging
Headword:
κρίσις
Headword (normalized):
κρίσις
Headword (normalized/stripped):
κρισις
IDX:
50624
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50625
Key:
Data
{'content': 'a separating, power of distinguishing'}