Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κρινωνιά
κρινωτός
κριοβόλιον
κριοβόλος
κριοδόχη
κριοειδής
κριοκέρατος
κριοκέφαλος
κριοκοπέω
κριομαχέω
κριόμορφος
κριόμυξος
κρίον
κριοπρόσωπος
κριός
Κρῖος
κριόστασις
κριοτάφος
κριοφάγος
κριοφόρος
κριόω
View word page
κριόμορφος
ramformed
ShortDef
ramformed
Debugging
Headword:
κριόμορφος
Headword (normalized):
κριόμορφος
Headword (normalized/stripped):
κριομορφος
IDX:
50609
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50610
Key:
Data
{'content': 'ramformed'}