Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κρίκελλος
κρικηλασία
κρικοειδής
κρικόομαι
κρικοποιέομαι
κρίκος
κρίκωμα
κρίκωσις
κρικωτός
κρίμα
κρίμναμι
κριμνίτης
κρίμνον
κριμνώδης
κρινάνθεμον
κρίνινος
κρινοειδής
κρίνον
κρινοστέφανος
κρίνω
κρινωνιά
View word page
κρίμναμι
hang (against)

ShortDef

hang (against)

Debugging

Headword:
κρίμναμι
Headword (normalized):
κρίμναμι
Headword (normalized/stripped):
κριμναμι
IDX:
50589
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50590
Key:

Data

{'content': 'hang (against)'}