Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κριθοφυλακία
κριθώδης
κριθώλεθρος
κρικέλλιον
κρίκελλος
κρικηλασία
κρικοειδής
κρικόομαι
κρικοποιέομαι
κρίκος
κρίκωμα
κρίκωσις
κρικωτός
κρίμα
κρίμναμι
κριμνίτης
κρίμνον
κριμνώδης
κρινάνθεμον
κρίνινος
κρινοειδής
View word page
κρίκωμα
ring, circle
ShortDef
ring, circle
Debugging
Headword:
κρίκωμα
Headword (normalized):
κρίκωμα
Headword (normalized/stripped):
κρικωμα
IDX:
50585
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50586
Key:
Data
{'content': 'ring, circle'}