Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κρίθινος
κριθολόγος
κριθομαντεῖα
κριθόμαντις
κριθοπομπία
κριθόπυρον
κριθοπώλης
κριθοτράγος
κριθοφαγία
κριθοφάγος
κριθοφόρος
κριθοφυλακία
κριθώδης
κριθώλεθρος
κρικέλλιον
κρίκελλος
κρικηλασία
κρικοειδής
κρικόομαι
κρικοποιέομαι
κρίκος
View word page
κριθοφόρος
bearing barley
ShortDef
bearing barley
Debugging
Headword:
κριθοφόρος
Headword (normalized):
κριθοφόρος
Headword (normalized/stripped):
κριθοφορος
IDX:
50574
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50575
Key:
Data
{'content': 'bearing barley'}