Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Κρήτη
Κρήτηθεν
Κρήτηνδε
κρητίζω
Κρητικός
Κρητισμός
Κρητογενής
κρῖ
κριβανάριος
κριβανεῖον
κριβανεύς
κριβάνη
κριβανικός
κριβάνιον
κριβάνιος
κριβανίτης
κριβανοειδής
κρίβανος
κριβανωτός
κριγή
κρίζω
View word page
κριβανεύς
baker

ShortDef

baker

Debugging

Headword:
κριβανεύς
Headword (normalized):
κριβανεύς
Headword (normalized/stripped):
κριβανευς
IDX:
50542
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50543
Key:

Data

{'content': 'baker'}