Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κρησέρα
κρησερίτης
Κρήσιος
κρησφύγετον
κρητάριον
Κρητάρχης
κρήτη
Κρήτη
Κρήτηθεν
Κρήτηνδε
κρητίζω
Κρητικός
Κρητισμός
Κρητογενής
κρῖ
κριβανάριος
κριβανεῖον
κριβανεύς
κριβάνη
κριβανικός
κριβάνιον
View word page
κρητίζω
to play the Cretan

ShortDef

to play the Cretan

Debugging

Headword:
κρητίζω
Headword (normalized):
κρητίζω
Headword (normalized/stripped):
κρητιζω
IDX:
50535
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50536
Key:

Data

{'content': 'to play the Cretan'}