Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κρημνώδης
κρημνώρεια
κρηναῖος
κρήνη
κρήνηθεν
κρηνήϊος
κρήνηνδε
κρηνιάς
κρηνῖτις
κρηνοῦχος
κρηνοφυλάκιον
κρηνοφύλαξ
κρηπιδαῖον
κρηπιδιαῖος
κρηπίδιον
κρηπιδοποιός
κρηπιδόω
κρηπίδωμα
κρηπίς
Κρής
κρησέρα
View word page
κρηνοφυλάκιον
office of the κρηνοφύλαξ

ShortDef

office of the κρηνοφύλαξ

Debugging

Headword:
κρηνοφυλάκιον
Headword (normalized):
κρηνοφυλάκιον
Headword (normalized/stripped):
κρηνοφυλακιον
IDX:
50515
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50516
Key:

Data

{'content': 'office of the κρηνοφύλαξ'}