Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κρήϊον
κρημνηγορέω
κρήμνημι
κρημνίζω
κρήμνισις
κρημνοβατέω
κρημνοβάτης
κρημνόγραφος
κρημνοποιός
κρημνός
κρημνός2
κρημνοφοβέομαι
κρημνώδης
κρημνώρεια
κρηναῖος
κρήνη
κρήνηθεν
κρηνήϊος
κρήνηνδε
κρηνιάς
κρηνῖτις
View word page
κρημνός2
[lexical cite]
ShortDef
an overhanging bank
[lexical cite]
Debugging
Headword:
κρημνός2
Headword (normalized):
κρημνός
Headword (normalized/stripped):
κρημνος2
IDX:
50503
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50504
Key:
Data
{'content': '[lexical cite]'}