Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κρεών
Κρέων
κρήγυος
κρηδεμνόκομος
κρήδεμνον
Κρηθείδας
Κρηθεΐς
Κρηθεύς
κρῆθμον
Κρήθων
κρήϊνον
κρήϊον
κρημνηγορέω
κρήμνημι
κρημνίζω
κρήμνισις
κρημνοβατέω
κρημνοβάτης
κρημνόγραφος
κρημνοποιός
κρημνός
View word page
κρήϊνον
larder

ShortDef

larder

Debugging

Headword:
κρήϊνον
Headword (normalized):
κρήϊνον
Headword (normalized/stripped):
κρηινον
IDX:
50492
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50493
Key:

Data

{'content': 'larder'}