Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κρεοπώλιον
κρεοσιτέω
κρεοστάθμη
κρεουργέω
κρεουργηδόν
κρεουργία
κρεουργικός
κρεουργός
Κρέουσα
κρεοφαγέω
κρεοφαγία
κρεοφάγος
Κρεσφόντης
κρεώδης
κρεών
Κρέων
κρήγυος
κρηδεμνόκομος
κρήδεμνον
Κρηθείδας
Κρηθεΐς
View word page
κρεοφαγία
eating of flesh

ShortDef

eating of flesh

Debugging

Headword:
κρεοφαγία
Headword (normalized):
κρεοφαγία
Headword (normalized/stripped):
κρεοφαγια
IDX:
50478
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50479
Key:

Data

{'content': 'eating of flesh'}