Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

κρατερόφρων
κρατερόχειρ
κρατέρωμα
κρατερῶνυξ
κρατευταί
κρατέω
κράτημα
κρατήρ
κρατηρία
κρατηρίζω
κρατηροφόρος
Κράτης
κρατησίμαχος
κρατησίπους
κρατήσιππος
κράτησις
Κρατήτειος
κρατητέον
κρατητής
κρατητικός
κρατητός
View word page
κρατηροφόρος
bearing a bowl

ShortDef

bearing a bowl

Debugging

Headword:
κρατηροφόρος
Headword (normalized):
κρατηροφόρος
Headword (normalized/stripped):
κρατηροφορος
IDX:
50358
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50359
Key:

Data

{'content': 'bearing a bowl'}