Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
κράς
κρασείδιον
κρᾶσις
κρασπεδίτης
κράσπεδον
κρασπεδόομαι
Κράσσος
κραστήριον
κραστίζομαι
κράστις
κρᾶτα
κραταιβάτης
κραταίβιος
κραταιβόλος
κραταίβολος
κράταιγος
κραταιγύαλος
κραταιίς
Κράταιις
κραταίλεως
κραταιόγονον
View word page
κρᾶτα
head
ShortDef
head
Debugging
Headword:
κρᾶτα
Headword (normalized):
κρᾶτα
Headword (normalized/stripped):
κρατα
IDX:
50321
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-50322
Key:
Data
{'content': 'head'}